Στις 15 Μαρτίου 1453, ανταποκρινόμενοι στο κάλεσμα για βοήθεια από τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο, 1000 Κρήτες στρατιώτες ξεκίνησαν από τη Σούδα με 5 καράβια προκειμένου να ενισχύσουν την άμυνα της Πόλης.
Αρχηγός τους ήταν ο Μανούσος Καλλικράτης από τα Σφακιά, ιδιοκτήτης των τριών καραβιών και καπετάνιος του ενός.
Στα άλλα δύο καράβια του καπετάνιοι ήταν ο Γρηγόρης Βατσιανός Μανάκης από τ’ Ασκύφου Σφακίων και ο Πέτρος Κάρχας από την Κυδωνία, γνωστός και με το παρανόμι Γραμματικός.
Το τέταρτο καράβι ανήκε στον Ανδρέα Μακρή από το Ρέθυμνο και είχε κυβερνήτη τον ίδιο και στο πέμπτο, ιδιοκτησίας του καπετάν Νικόλα του Στειακού, τη διοίκηση ανέλαβε ο Παυλής Καματερός από την Κίσσαμο.
Στο Μαρμαρά, τα κρητικά πλοία συγκρούονται με μεγάλο αριθμό τουρκικών, βυθίζοντας αρκετά από αυτά αλλά χάνοντας και 2 από τα δικά τους.
Τα 3 εναπομείναντα πλοία φτάνουν τελικά στην υπό πολιορκία Πόλη και οι Κρήτες χωρίζονται σε 2 ομάδες.
Η πρώτη, υπό τον καπετάν Παυλή, σπεύδει να ενισχύσει την άμυνα στην πύλη του Αγίου Ρωμανού, στο πλευρό του αυτοκράτορα, ενώ η δεύτερη αναλαμβάνει την υπεράσπιση 3 πύργων, του Βασιλείου, του Λέοντος και του Αλεξίου.
Οι Τούρκοι χτυπάνε με σφοδρότητα τα τείχη με τα κανόνια τους.
Έχουν στην διάθεσή τους την μπομπάρδα, το τεράστιο κανόνι του Ούγγρου Ουρβανού.
Αυτό το κανόνι είναι τόσο μεγάλο, που για την μεταφορά του απαιτούνται 60 βόδια.
Οι βολές γίνονται όλο και πιο ακριβείς τινάζοντας πέτρες, ξύλα και σάρκες μαζί τους.
Τα τείχη σκίζονται σαν χαρτί.
Οι επιτιθέμενοι τρέχουν ευθεία προς τα τείχη αλαλάζοντας, σκορπώντας τρόμο στο διάβα τους.
Οι Κρήτες τοξεύουνε με όλη την γρηγοράδα και την ακρίβεια που τους διακρίνει.
Τα πτώματα απ’ τις τουρκικών ορδές σωριάζονται κατά χιλιάδες, αλλά δεν τους σταματάει τίποτε πια.
Οι εισβολείς είναι κατά πολύ υπέρτεροι αριθμητικά απ’ τους υπερασπιστές.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου