"Αλβανό" μέχρι και τον... Μητροπολίτη Αθηνών του 1686 "έβγαλε" ο φαντασιόπληκτος πρωθυπουργός της Αλβανίας Έντι Ράμα.
Για ακόμα μία φορά, ο Αλβανός πρωθυπουργός Έντι Ράμα απάντησε με θρασύτητα στο Υπουργείο Εξωτερικών σχετικά με το ζήτημα της Χιμάρας.
Ο Έντι Ράμα δημοσίευσε στο λογαριασμό του στο Facebook μια γκραβούρα που απεικονίζει την Αθήνα του 1670 και γράφει πως η Ακρόπολη στέκεται ακόμα χάρη σε έναν "Αλβανό ονόματι Γκιέργκι Ντουσμάνι", ο οποίος ζήτησε από τους Βενετσιάνους να μην βομβαρδίσουν την Αθήνα.
Φαίνεται ότι ο κ. Ράμα αγνοεί βασικά δεδομένα της ιστορίας, καθώς αφενός ο Γεώργιος Δούσμανης δεν ήταν "Αλβανός", αλλά ούτε καν "Αρχιεπίσκοπος των Αθηνών" το 1686!
Στην πραγματικότητα Μητροπολίτης Αθηνών το 1686 ήταν ο Ιάκωβος Α', ενώ ο Γιώργος Δούσμανης, ήταν ένας από τους Αθηναίους προκρίτους. Επίσης η Μητρόπολη Αθηνών δεν ήταν Αρχιεπισκοπή αφού υπαγόταν ακόμα στο Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινούπολης.
Αφετέρου οι Αρβανίτες που ζούσαν τότε διάσπαρτοι σε όλη την σημερινή ελληνική επικράτεια ήταν ελληνορθόδοξοι και δεν έχουν και δεν είχαν ποτέ ουδεμία σχέση με τους σημερινούς Αλβανούς. Προκαλεί θυμηδία το θράσος της αμάθειας του Αλβανού πρωθυπουργού.
«Αυτή η γκραβούρα της παλιάς Αθήνας το 1670 (η πόλη στην οποία, όπως έγραφε ακόμα και 1925 ο Έλληνας φαναριώτης πρίγκιπας Ευγένιος Ρίζος - Ραγκαβής, ο γηγενής πληθυσμός είναι ακόμη και σήμερα κυρίως αλβανικός") μας υπενθυμίζει, μεταξύ άλλων, πως αν η Ακρόπολη στέκεται ακόμα για τη δόξα της ανθρωπότητας και του πολιτισμού, αυτό οφείλεται και στο όραμα του Αλβανού αρχιεπισκόπου της Αθήνας, Γεωργίου Δουσμανη (Gjergj Dushmani) o οποίος το 1686, διαπραγματεύεται με τον Φραγκίσκο Μοροζίνι του βενετικού στόλου για να μην βομβαρδίσουν την πόλη από το λιμάνι του Φαλήρου, επειδή εκεί υπήρχε μια τουρκική φρουρά.
Μια τέτοια ιστορία μιας πόλης που κάποτε ήταν σύμφωνα με τα αυθεντικά στοιχεία και τους ιστορικούς, κυρίως αλβανόφωνοι, δεν την κάνει απολύτως μια αλβανική πόλη, αν και η Αθήνα οφείλει κάτι στους Αλβανούς στην εξαιρετική της ιστορία. Και ακριβώς έτσι, αν η Χιμάρα βίωσε το ελληνικό αρχιπέλαγος και με την ελληνική γλώσσα ως «κοινή διάλεκτο» της Ανατολής, μέσω των θαλάσσιων ανταλλαγών, σε στενή και γόνιμη συνύπαρξη, δεν την καθιστά απολύτως μια ελληνική επαρχία, μάλιστα ο πληθυσμός της σε όλες τις διεθνείς συμβάσεις, για να μην μιλήσουμε για την ιστορία, χαρακτηρίζεται απλά ως Αλβανικός», γράφει ο Εντι Ράμα στο Facebook.
Η ιστορική αλήθεια για το γεγονός στο οποίο αναφέρεται ο Αλβανός πρωθυπουργός είναι αρκετά διαφορετική και τον εκθέτει ανεπανόρθωτα:
Κατ' αρχάς, το ιστορικό γεγονός στο οποίο αναφέρεται είναι πράγματι η πολιορκία της τουρκοκρατούμενης Αθήνας από τους Βενετούς, υπό την ηγεσία του Φραντσέσκο Μοροζίνι, αλλά το Φθινόπωρο του 1687 και όχι του 1686.
Στο πλαίσιο του Έκτου Ενετοτουρκικού Πολέμου, οι Βενετοί προχώρησαν σε μεγάλη εκστρατεία στην Πελοπόννησο που είχε ξεκινήσει από το 1685 και στην οποία είχαν, πρόθυμα όπως πάντα, συμμετέχει και 2.000 Έλληνες Κερκυραίοι εθελοντές.
Από το 1685 οι Βενετοί είχαν καταλάβει τη Λευκάδα και ύστερα τα κάστρα της Μεσσηνίας, Μεθώνη και Κορώνη. Ακολούθησε η κατάληψη των σημαντικών φρουρίων της Ναυπάκτου, Μάνης, Μυστρά, Άργους, Ναυπλίου και Κορίνθου.
Στην συνέχεια οι Βενετοί αποφάσισαν ότι η επόμενη σωστή στρατηγική κίνηση ήταν η κατάληψη της Αθήνας. Το Σεπτέμβριο του 1687, ο στόλος του Φραντσέσκο Μοροζίνι, κατέπλευσε στον όρμο του λιμένα του Πειραιά.
Κατά την βενετική πολιορκία της Αθήνας δυστυχώς, μία οβίδα επέπεσε στον Παρθενώνα, τον οποίο οι Τούρκοι είχαν μετατρέψει σε μπαρουταποθήκη, με συνέπεια την καταστροφή του μεγαλυτέρου τμήματός του.
Το γεγονός αυτό αποτέλεσε την πρώτη κηλίδα στις στρατιωτικές νίκες του Μοροζίνι, κατά των Τούρκων. Η δεύτερη κηλίδα ήταν η πανώλη που μεταδόθηκε αστραπιαία από γαλλικό πλοίο στο Ναύπλιο και τα περίχωρά του.
Όσον αφορά το περιστατικό στο οποίο αναφέρεται ο Αλβανός πρωθυπουργός αυτό έγινε ως εξής:
Καθώς η πολιορκία δεν είχε θετική εξέλιξη για τους Βενετούς οι οποίοι δεν έβλεπαν κάποιον άλλο τρόπο για να επικρατήσουν, στις αρχές Οκτωβρίου 1687 ο Μοροζίνι, αψηφώντας το γεγονός ότι οι ναυτικές του δυνάμεις είχαν εξασθενήσει αρκετά, αποφάσισε να κάνει έξοδο με τον στόλο του από το λιμάνι του Πειραιά, με σκοπό να καταδιώξει τις τουρκικές οπισθοφυλακές στα βορειοανατολικά παράλια της Πελοποννήσου. Οι άσχημες καιρικές συνθήκες όμως έσπρωξαν τον βενετικό στόλο στο Πόρτο Ράφτη και από εκεί στον Πειραιά.
Εκεί, στον Πειραιά, έσπευσαν να τον συναντήσουν εκ μέρους των Αθηναίων, ο μητροπολίτης Ιάκωβος Α' και οι πρόκριτοι Σταμάτης Γασπάρης, Μιχαήλ Δημάκης, Γιώργος Δούσμανης και Ιάκωβος Δαμίστρος, οι οποίοι προσφέροντάς του 9.000 ρεάλια ως ετήσιο φόρο υποτελείας, αναγνώρισαν έμμεσα την βενετική κυριαρχία.
Μετά από αυτό ο βενετικός στόλος αποχώρησε και έτσι έληξε η πολιορκία, η οποία εντούτοις είχε ήδη προκαλέσει την μεγάλη καταστροφή στον Παρθενώνα της Ακρόπολης.http://www.