Δεν πρόλαβε να τελειώσει το λόγο του και η μπιστόλα βρόντηξε.
Το βόλι βρήκε το Χριστό στο τέμπλο στο κεφάλι!
Γελώντας και ουρλιάζοντας από ικανοποίηση ο Τούρκος βγαίνει από την εκκλησία και ξανακάθετε στην πεζούλα.
-Δε τηνε λογαριάζω παπά την πίστη σου, φώναξε. Δεν φοβάμαι το Χριστό σας…
Μα δεν πρόλαβε να τελειώσει το λόγο του και μια μέλισσα τον γυρόφερε…
Πήγε και κάθισε στα χείλη του, χωρίς να πάρει είδηση ο μεθυσμένος.
Το δάγκωμα τον τρόμαξε.
Πετάχτηκε ολόρθος…
-Ήντα παθες αγά μου; Ρώτησε ο παπάς…
-Κάτι με δάγκωσε στα χείλη και άρχισα να πρίχνομαι, φώναξε.
Ο Τούρκος άρχισε να πρίχνεται πράγματι και να μην αισθάνεται καλά.
Πήρε τη φοράδα του και πήγε στον Άι – Γιάννη στο κονάκι του.
Το βράδυ φτάνει στο χωριό απεσταλμένος του και χτυπά την πόρτα του σπιτιού του παπα Σύγκελου.
-Ο αγάς είναι βαριά άρρωστος, είπε. Σε παρακαλεί να προσευχηθεί στον Άγιο σας να με κάνει καλά και θα σας φτιάξει ότι θέλετε, μου είπε να σας πω…
Πράγματι ο παπάς πήγε στην εκκλησία και παρακάλεσε τον Άγιο να τον συγχωρέσει όχι γιατί νοιάστηκε για τον Τούρκο, αλλά γιατί φοβόταν την οργή τους αν πέθαινε…
Πράγματι μετά από λίγες μέρες η υγεία του βελτιώθηκε. Φώναξε τον παπά να τον ευχαριστήσει και να του πει τι θέλει να φτιάξει για το χωριό.
Ο παπα – Γιάννης ρώτησε τους χωριανούς και ζήτησαν από τον αγά να τους φτιάξει γούρνες στην είσοδο του χωριού για να πλένουν οι γυναίκες τα ρούχα και να ποτίζουν τα ζώα οι Σιβιανοί.
Το έργο έγινε…
Σήμερα στο Σίβα στέκουν και τα δυο για να δηλώνουν το θαύμα!
Και η τρύπα στο κεφάλι του Χριστού στο τέμπλο του Αγίου Ιωάννου και η βρύση στην είσοδο του Σίβα…
Το γεγονός καταγράφεται στη δεκαετία του 1870.